|
|
Εργαλεία Θεμάτων | Τρόποι εμφάνισης |
#11
|
|||
|
|||
Απάντηση: ΤΟ ΚΑΛΕΣΜΑ ΤΟΥ ΒΟΥΝΟΥ
Το “Κάλεσμα του βουνού” από την Κρήτη
Για το κρητικού ενδιαφέροντος «Κάλεσμα του βουνού» είχαμε γράψει πριν έρθουμε στο φεστιβάλ. Είναι η αληθινή ιστορία του Γιάννη, ο οποίος μετά τη δολοφονία του βοσκού ξαδέλφου του, Ηλία, αφήνει τη γυναίκα του και τον οχτάχρονο γιό του που ζουν στην Αθήνα και μετακομίζει σε ένα απόκρημνο χωριό στα Λευκά Όρη για να συνεχίσει το επάγγελμα του Ηλία τιμώντας έτσι τη μνήμη του και διατηρώντας ζωντανή την παράδοση της οικογένειας. Με τη δεύτερη θέαση ανακαλύψαμε ακόμη περισσότερα στοιχεία, όπως η διακριτική λεπτότητα που χαρακτηρίζει τον Γιάννη, ο οποίος σε αρκετές στιγμές αποκλίνει από τη συνηθισμένη εικόνα που υπάρχει για τους βοσκούς: η τρυφερότητα προς το παιδί του, ο συνδηλωτικός τρόπος που λειτουργεί η μάρκα των τσιγάρων του, το ότι δεν έχει ιδέα πώς να παίζει χαρτιά, το όνειρό του να ταξιδέψει, και προφανέστερο απ’ όλα η καλλιγραφία με την οποία υπογράφει το τυρί του, υπονοούν έναν άνθρωπο με περισσότερη ευαισθησία απ’ όσο επιτρέπουν τα σχετικά στερεότυπα. Στο φεστιβάλ συνόδευσε την ταινία ο Χανιώτης σκηνοθέτης της, Στέλιος Αποστολόπουλος, με τον οποίο είχαμε την ευκαιρία να κάνουμε μια σύντομη συζήτηση. Μας εξήγησε ότι αρχικά “το 2002 η ιδέα της ταινίας αφορούσε τους γυπαετούς που ζουν στα βουνά της Κρήτης”, θέλοντας να δείξει “πώς τόσο τα πουλιά όσο και οι παραδοσιακοί βοσκοί εξαφανίζονταν από τις ορεινές περιοχές εξαιτίας των αλλαγών στη σύγχρονη ζωή των χωριών”. Όταν πέντε χρόνια αργότερα ξεκίνησε η προετοιμασία των γυρισμάτων, “το ζευγάρι των γυπαετών που επρόκειτο να κινηματογραφηθούν δεν υπήρχε πια, καθώς το ένα πουλί είχε σκοτωθεί”. Έτσι προσπαθώντας να αξιοποιήσει το κομμάτι της ιστορίας που αφορούσε τους βοσκούς, συνειδητοποίησε ότι έπρεπε να ψάξει στις Μαδάρες, όπου συνάντησε τον Γιάννη, από τον οποίο όταν άκουσε την ιστορία του, αποφάσισε ότι άξιζε δική της ταινία. Το γύρισμα ξεκίνησε φθινόπωρο με τον Στέλιο να “παρακολουθεί τη ζωή του Γιάννη για 4-5 μέρες κάθε μήνα ώστε εκείνος και οι κάτοικοι του χωριού να συνηθίσουν την παρουσία της κάμερας”, αλλά και ο Στέλιος ν’ ανακαλύψει τη “δυναμική της ιστορίας”. O Γιάννης “δέχτηκε αμέσως” αλλά “στην πορεία με το να ζει σ’ ένα χωριό απομονωμένο όπου η μόνη πηγή πληροφοριών ήταν η τηλεόραση με τα ριάλιτι και όλ’ αυτά, κάποια στιγμή αισθάνθηκε άβολα μ’ όλο αυτό, δεν ήξερε αν ήθελε να το κάνει, έπρεπε να τον πείσω ότι αυτό που κάνω δεν είναι ριάλιτι, και του είπα ότι θα έβλεπε το τελικό αποτελέσαμε πριν παιχτεί οπουδήποτε”. “Υπήρχε μια κρίσιμη περίοδος στη δίκη για τον φόνο του ξαδέρφου του, οπότε δεν ήθελε να συνεχίσουμε, ούτε να με ξαναδεί, αλλά τελικά με επιμονή και μεσολάβηση κάποιων ανθρώπων συνεχίσαμε”. Όταν τελικά την είδε, μου είπε ότι του άρεσε, αλλά δεν την πολυ-κατάλαβε γιατί αυτό που είχε στο μυαλό του ήταν να βρει ποιες αλλαγές θα μου πει να κάνω, πράγμα βεβαίως που δε συνέβη. Έτσι, για μένα αυτό ήταν η πρώτη μεγάλη επιτυχία της ταινίας, ότι άρεσε στον Γιάννη και δεν είπα κάτι που τον προσέβαλε”. Ο Γιάννης είναι αξιέπαινος γιατί φαίνεται να παίρνει πολύ δύσκολες και ριψοκίνδυνες αποφάσεις ενάντια στις μικρές πιθανότητες επιτυχίας που του δίνει ο περίγυρος. Η ταινία τελειώνει με τον Γιάννη να χάνεται στο βουνό μέσα στα σύννεφα επειδή “δεν υπάρχει happy-end γιατί προσπαθεί ακόμα να βρει τον δρόμο του. Η ταινία θα μπορουσε να τελειώσει με την οικογένειά του να επιστρέφει στο χωριό αλλά ακόμη και σήμερα, έναν χρόνο μετά την ταινία, δεν έχει απαντηθεί το αν θα τα καταφέρει”. “Με ενδιαφέρουν κυρίως τα στοιχήματα που βάζουν οι άνθρωποι με τον εαυτό τους, εκεί που τον υπερβαίνουν”. “Ο Γιάννης θα μπορούσε να έχει πουλήσει τα πρόβατα και να γυρίσει στην Αθήνα, αλλά διάλεξε ν’ ακολουθήσει το χρέος του παρά τις αντιξοότητες”. “Ένα πράγμα που θέλει να επικοινωνήσει εκ των υστέρων γιατί στην ταινία δεν ήταν πρόθυμος να το πει, είναι ότι μετά το φονικό του Ηλία θα μπορούσε κάλλιστα να ξεκινήσει μια βεντέτα, κι ότι το πρώτο πράγμα που σκέφτηκε όταν γύρισε στην Κρήτη ήταν η εκδίκηση. Παρόλαυτά ο Γιάννης διαλέγει τη ζωή. Όταν κάναμε την ταινία και του ζήτησα να μου μιλήσει γι’ αυτό, μου είπε ότι σήμερα σκέφτεται έτσι αλλά αύριο δεν ξέρει... Στην προβολή που έγινε στο φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης μου ζήτησε να μεταφέρω στο κοινό ότι πλέον έχει κατασταλάξει κι ότι επιλέγει τη ζωή.” Πηγή: www.patris.gr |
#12
|
|||
|
|||
Απάντηση: ΤΟ ΚΑΛΕΣΜΑ ΤΟΥ ΒΟΥΝΟΥ
Το έχω δει και εγώ πιο παλιά και απλά είναι το κάτι άλλο . |
#13
|
|||
|
|||
Απάντηση: ΤΟ ΚΑΛΕΣΜΑ ΤΟΥ ΒΟΥΝΟΥ
Νικόλα χάσαμε πάλι το μεροκάματο, καταπληκτικό μας ταξίδεψε ,Αυτή ειναι μωρέ η Κρήτη μας
|
#14
|
|||
|
|||
Απάντηση: ΤΟ ΚΑΛΕΣΜΑ ΤΟΥ ΒΟΥΝΟΥ
Απόσπασμα:
|
|
|